Αυτή η ψυχολογική διαταραχή χαρακτηρίζεται από υπερβολική και επίμονη ανησυχία για μια σειρά γεγονότων και δραστηριοτήτων, που οδηγεί σε σημαντική αγωνία και έκπτωση της καθημερινής λειτουργικότητας.
Η ρίζα αυτής της διαταραχής μπορεί να εντοπιστεί στη βρεφική ηλικία, όπου ο φόβος του αφανισμού ή του θανάτου βιώνεται για πρώτη φορά. Ως βρέφη, βασιζόμαστε στους γονείς για να ανακουφίσουν αυτόν τον φόβο, δημιουργώντας μια αίσθηση ασφάλειας. Ωστόσο, εάν αυτός ο φόβος δεν ανακουφιστεί επαρκώς, εδραιώνεται βαθιά στο υποσυνείδητο, εκδηλώνοντας ως άγχος στη μετέπειτα ζωή. Αυτός ο φόβος, αν και απωθημένος στο ασυνείδητο, παραμένει πάντα παρών και επανεμφανίζεται σε περιόδους άγχους, συχνά με τη μορφή κρίσεων πανικού.
Η κλινική ψυχολογία κατηγοριοποιεί αυτά τα συμπτώματα στη γενικευμένη αγχώδης διαταραχή όταν επιμένουν για τουλάχιστον έξι μήνες και προκαλούν σημαντική δυσφορία. Ωστόσο, η κατανόηση αυτού του γεγονότος είναι μόνο το πρώτο βήμα προς την επίτευξη της απαλλαγής από το άγχος. Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι το ταξίδι προς την ανάρρωση περιλαμβάνει την αντιμετώπιση των φόβων που είναι βαθιά ριζωμένοι στον ψυχισμό μας.
Η ωριμότητα σε αυτό το πλαίσιο δεν έχει να κάνει μόνο με την αλλαγή της συμπεριφοράς μας, αλλά με την κατανόηση των άλλων και του εαυτού μας σε βαθύτερο επίπεδο. Αυτή η διαδικασία αυτογνωσίας είναι ένα δύσκολο έργο που απαιτεί να αντιμετωπίσουμε κατάματα τους φόβους και τις ανησυχίες μας.
Το άγχος ουσιαστικά είναι ένα: ο φόβος θανάτου. Στην αρχή της ζωής, κατά την βρεφική ηλικία έρχεται σαν ένα αίσθημα αφανισμού. Αυτό το αίσθημα είναι πάρα πολύ έντονο και κατευνάζεται από την ορμή της ζωής που προέρχεται από το ίδιο το σώμα το οποίο προσπαθεί να αυτοσυντηρηθεί βάζοντας σε ενέργεια όλους τους διαθέσιμους μηχανισμού τους οποίους διαθέτει. Όμως σε εκείνη την ηλικία αυτή η προσπάθεια του οργανισμού δεν είναι αρκετή γιατί το βρέφος δεν είναι σε θέση να δράσει προκειμένου να αποτρέψει τους κινδύνους της πείνας, των διακυμάνσεων της θερμοκρασίας και της έλλειψης επικοινωνίας η οποία τότε είναι τόσο απαραίτητη όσο και η δημιουργία του εαυτού. Οπότε χρειάζεται ένα βοηθητικό εγώ. Αυτό το παρέχει η φιγούρα που το φροντίζει.
Το άγχος δεν μπορεί ποτέ να φροντιστεί ολόκληρο αλλά μπορεί να παρηγορηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Αν συμβεί αυτό τότε μένει μόνο μια ανάμνηση του φόβου αφανισμού. Απωθείται κατά τον μεγαλύτερο βαθμό στο ασυνείδητο πεδίο του ψυχισμού και μένει εκεί για όλη τη ζωή μέχρι και πριν το θάνατο όπου αναγκαστικά επανέρχεται αφού είναι ταυτόσημο με αυτόν. Αυτή είναι και η πιο σημαδιακή στιγμή στην αρχή της ζωής και στο τέλος της ζωής. Ανάμεσα σε αυτά τα διαστήματα προσπαθούμε να ζήσουμε χωρίς αυτό το άγχος. Κανείς δεν πιστεύει ότι θα πεθάνει πραγματικά. Ακόμα κι όταν το παραδεχόμαστε, δεν είναι πραγματικό σε συναισθηματικό επίπεδο. Αν το παραδεχόμασταν συναισθηματικά, εκείνη τη στιγμή θα παθαίναμε μια ισχυρή κρίση άγχους αφανισμού, κοινώς μία κρίση πανικού. Οπότε δεν είναι δυνατόν να συμβεί. Στους ανθρώπους που παθαίνουν τέτοιες κρίσεις συμβαίνει μόνο για λίγα δευτερόλεπτα και είναι κατακλυσμιαία.